• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
be good interj (do not misbehave) (παιδί)να είσαι φρόνιμος! περίφρ
  (γενικά)φέρσου σωστά! περίφρ
 Have fun at Nana's house, and be good!
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
be good at [sth] v expr (be skilled, talented)είμαι καλός σε κτ έκφρ
  έχω ταλέντο σε κτ έκφρ
 He is good at anything related to numbers.
be good with [sth] v expr (be skilled with)είμαι καλός σε κτ έκφρ
  έχω ταλέντο σε κτ έκφρ
 My sister is good with numbers but I'm better at languages.
be good with [sb/sth] v expr (people, animal: handle well)είμαι καλός με κπ/κτ έκφρ
  (καθομιλουμένη, μεταφορικά)το έχω με κπ/κτ έκφρ
 He is good with children and animals.
be good for [sth] v expr (be valid: for a duration) (διάρκεια)ισχύω για κτ ρ αμ + πρόθ
 Your international driving licence is good for one year; you can renew it after that.
 Η διεθνής άδεια οδήγησής σου ισχύει για έναν χρόνο. Μετά, μπορείς να την ανανεώσεις.
be good for [sth] v expr (be equivalent in value to)φτάνω για κτ ρ αμ + πρόθ
  (ισοδυναμία)αντιστοιχώ σε κτ ρ αμ + πρόθ
 Your admission ticket is also good for one drink at the bar when you get inside.
 Το εισιτήριό σου αντιστοιχεί και σε ένα ποτό στο μπαρ όταν μπεις μέσα.
be good for [sth] v expr informal (be fit only for)κάνω για κτ ρ αμ + πρόθ
  είμαι κατάλληλος για κτ έκφρ
 That tatty old sofa is good for the dump.
be good to [sb] v expr (be kind toward [sb])είμαι καλός με κπ έκφρ
  φέρομαι καλά σε κπ έκφρ
  φέρομαι καλά σε κπ περίφρ
 My daughter is good to me; she comes to visit every Sunday and brings cake.
be good manners v expr (be courteous)αποτελεί καλούς τρόπους περίφρ
  είναι ένδειξη καλών τρόπων περίφρ
 In many countries, it is not good manners to eat with your fingers.
not be good for [sb] v expr (harm the health of)δεν κάνω καλό περίφρ
  κάνω κακό περίφρ
  βλάπτω ρ μ
 Saturated fat is not good for your heart.
 Τα κεκορεσμένα λίπη δεν κάνουν καλό στην καρδιά.
not be good for v expr (adversely affect)βλάπτω ρ μ
  επηρεάζω αρνητικά περίφρ
  (μεταφορικά)κάνω ζημιά περίφρ
 Closing the restaurant at 9pm would not be good for business.
not be good for doing [sth] v expr (not be useful in)δεν κάνω περίφρ
 A bicycle pump is not good for inflating a car tire.
 Η τρόμπα του ποδηλάτου δεν κάνει για να φουσκώσεις τα λάστιχα του αυτοκινήτου.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'be good' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση be good στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «be good».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!